Ο διαγωνισμός διηγήματος "Αντώνης Σαμαράκης" ολοκληρώθηκε με τη συμμετοχή 6 διηγημάτων, η κριτική επιτροπή ολοκλήρωσε το έργο της κι έτσι σήμερα μετά κόπων και βασάνων- λόγω πανδημίας- είμαστε στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσουμε τους νικητές και τις νικήτριες του διαγωνισμού μας!
Απαραίτητη σημείωση: το διήγημα κατατέθηκε εχθές, τελευταία μέρα της προθεσμίας, αλλά επειδή έφτασε στο φάκελο ανεπιθύμητης αλληλογραφίας της ηλεκτρονικής μας διεύθυνσης, δεν έγινε αντιληπτό! Επομένως, αφού η μη έγκαιρη δημοσίευσή του οφείλεται σε τεχνικό σφάλμα και όχι σε εκπρόθεσμη αποστολή, το δημοσιεύουμε σήμερα και θεωρούμε έγκυρη τη συμμετοχή. “Ντιν, ντιν, ντιν...Καλημέρα. Καλημέρα. Καλημέρα.”, είπε η φωνή μιας κυρίας, την οποία ο Τζίμι είχε ακούσει άπειρες φορές.
“Καλημέρα.”,αναφώνησε ο Τζίμι. Τα μάτια του άνοιξαν μηχανικά. Είχε προσπαθήσει να τα κρατήσει κλειστά, αλλά ποιο το νόημα; Δεν τα είχε καταφέρει ποτέ. Σαν να τον σταματούσε μία ανώτερη δύναμη που δεν μπορούσε ο ίδιος να ελέγξει, παρά να υπακούσει. To ξυπνητήρι επάνω στο κομοδίνο της έδειχνε 3.27πμ. Την επόμενη μέρα είχε σχολείο, έπρεπε να κοιμηθεί, όμως τα μάτια της δεν έκλειναν. Έμεναν διάπλατα, ακόμα κι αν δεν υπήρχε τίποτα να δει μέσα στο απόλυτο σκοτάδι. Πριν δύο μέρες, στο μάθημα της λογοτεχνίας, είχαν διαβάσει το ‘Ζητείται ελπίς’ του Α. Σαμαράκη κι από τότε το διήγημα έκανε συνεχώς βόλτες στο μυαλό της, μέρα και νύχτα. Το συγκεκριμένο μιλούσε για έναν απελπισμένο άνθρωπο που είχε πάψει να πιστεύει στις απλές χαρές της ζωής. Το μαύρο του παρελθόν και οι αρνητικές του σκέψεις τον είχαν κυριεύσει. Ήταν, άραγε, κι αυτή τόσο απελπισμένη;
|
Αρχείο
|