To ξυπνητήρι επάνω στο κομοδίνο της έδειχνε 3.27πμ. Την επόμενη μέρα είχε σχολείο, έπρεπε να κοιμηθεί, όμως τα μάτια της δεν έκλειναν. Έμεναν διάπλατα, ακόμα κι αν δεν υπήρχε τίποτα να δει μέσα στο απόλυτο σκοτάδι. Πριν δύο μέρες, στο μάθημα της λογοτεχνίας, είχαν διαβάσει το ‘Ζητείται ελπίς’ του Α. Σαμαράκη κι από τότε το διήγημα έκανε συνεχώς βόλτες στο μυαλό της, μέρα και νύχτα. Το συγκεκριμένο μιλούσε για έναν απελπισμένο άνθρωπο που είχε πάψει να πιστεύει στις απλές χαρές της ζωής. Το μαύρο του παρελθόν και οι αρνητικές του σκέψεις τον είχαν κυριεύσει. Ήταν, άραγε, κι αυτή τόσο απελπισμένη;
Η φετινή χρονιά ήταν απρόβλεπτη. Είχε ξεκίνησε με πυρκαγιές στην Αυστραλία, ακολούθησαν απειλές για πόλεμο με άλλες χώρες κι ύστερα μια πανδημία και τρείς μήνες εγκλεισμού. Τι απέμενε; Εκρήξεις ηφαιστείων και εισβολές εξωγήινων. Η καθημερινότητα πλέον είχε καταλήξει μουντή. Το σχολείο δεν προσέφερε χρώμα στην γκρι ζωή της πια. Δεν είχε φίλους και οι καθηγητές ήταν υπερβολικά κουρασμένοι από την καθημερινή τους ρουτίνα για να κρατήσουν μία συζήτηση ζωντανή. Τα αγγλικά και τα υπόλοιπα φροντιστήρια δεν είχαν πλάκα πλέον μιας και απαιτούσαν την απόλυτη συγκέντρωση των μαθητών στα πτυχία τους. Κάθε μέρα που περνούσε περιβαλλόταν γύρω από τα δελτία ειδήσεων και τα κακά μαντάτα που ανακοίνωναν συνεχώς στους θεατές.
Το πρωί δύο αστυνομικοί στην Αμερική σκότωσαν έναν έγχρωμο άνθρωπο επειδή προσπάθησε να πληρώσει με ένα πλαστό χαρτονόμισμα σε ένα κατάστημα, η φωνή της σοβαρής κυρίας στο δελτίο ειδήσεων απήχησε στο μυαλό της. Οι νέες γενιές θα αντιμετωπίσουν, όχι μόνο οικονομικές κρίσεις και ανεργία, αλλά και σοβαρές αλλαγές στο κλίμα και περιβαλλοντικά προβλήματα. Αδικία. Το θεωρούσε αδικία. Όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να είναι ίσοι. Όλοι θα έπρεπε να νοιάζονται για τα απερχόμενα προβλήματα και να προσπαθούν να τα λύσουν κι όχι να τα φορτώνουν σε άλλους. Κάτι έπρεπε να αλλάξει. Ο κόσμος έπρεπε να αλλάξει. Αλλιώς όλοι θα καταλήγαμε σαν τον κύριο στο διήγημα του Σαμαράκη, σκέφτηκε. Χωρίς ελπίδα, χωρίς το κουράγιο να πιστεύουν σε κάτι, να κάνουν θετικές σκέψεις.
Ίσως να μπορώ εγώ να βοηθήσω στο να αλλάξει ο κόσμος, σκέφτηκε. Ίσως αν όλοι το βάζαμε στο μυαλό μας να μπορούσαμε να δημιουργήσουμε ένα μέλλον γεμάτο ελπίδα…ίσως. Κι εκείνη την στιγμή, μέσα στο απόλυτο σκοτάδι ένα άσπρο φως έλαμψε δίπλα της. Ένα μπλε πλαίσιο, ένα μήνυμα, εμφανίστηκε στην οθόνη του κινητού της που ήταν ακουμπισμένο δίπλα από το ξυπνητήρι.
‘Γειά’ έλεγε. Κατόπιν εμφανίστηκε άλλο ένα.
‘Ξέρω πως είναι αργά το βράδυ, μα μου λείπεις. Λυπάμαι πολύ που σταματήσαμε να μιλάμε. Θέλω να ξαναγίνουμε όπως πριν.’
‘Είσαι η καλύτερη φίλη που είχα ποτέ. Συγγνώμη που εξαφανίστηκα’ έλεγε το τελευταίο μπλε πλαίσιο.
Μπορεί να ήταν πολύ αργά το βράδυ, μπορεί η κυρία στο δελτίο ειδήσεων να μεταφέρει μόνο δυσάρεστα νέα στους θεατές, μπορεί ο κόσμος να καίγεται και μπορεί για λίγη ώρα τίποτα να μην φώτιζε το σκοτεινό δωμάτιο. Όμως , σκέφτηκε, όλα καλυτερεύουν στο τέλος. Πάντα θα υπάρχει φως στο σκοτάδι! Πάντα θα υπάρχει ελπίδα!
Χριστίνα Κατσίπη
Photo Credits: AntoinePound
Το πρωί δύο αστυνομικοί στην Αμερική σκότωσαν έναν έγχρωμο άνθρωπο επειδή προσπάθησε να πληρώσει με ένα πλαστό χαρτονόμισμα σε ένα κατάστημα, η φωνή της σοβαρής κυρίας στο δελτίο ειδήσεων απήχησε στο μυαλό της. Οι νέες γενιές θα αντιμετωπίσουν, όχι μόνο οικονομικές κρίσεις και ανεργία, αλλά και σοβαρές αλλαγές στο κλίμα και περιβαλλοντικά προβλήματα. Αδικία. Το θεωρούσε αδικία. Όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να είναι ίσοι. Όλοι θα έπρεπε να νοιάζονται για τα απερχόμενα προβλήματα και να προσπαθούν να τα λύσουν κι όχι να τα φορτώνουν σε άλλους. Κάτι έπρεπε να αλλάξει. Ο κόσμος έπρεπε να αλλάξει. Αλλιώς όλοι θα καταλήγαμε σαν τον κύριο στο διήγημα του Σαμαράκη, σκέφτηκε. Χωρίς ελπίδα, χωρίς το κουράγιο να πιστεύουν σε κάτι, να κάνουν θετικές σκέψεις.
Ίσως να μπορώ εγώ να βοηθήσω στο να αλλάξει ο κόσμος, σκέφτηκε. Ίσως αν όλοι το βάζαμε στο μυαλό μας να μπορούσαμε να δημιουργήσουμε ένα μέλλον γεμάτο ελπίδα…ίσως. Κι εκείνη την στιγμή, μέσα στο απόλυτο σκοτάδι ένα άσπρο φως έλαμψε δίπλα της. Ένα μπλε πλαίσιο, ένα μήνυμα, εμφανίστηκε στην οθόνη του κινητού της που ήταν ακουμπισμένο δίπλα από το ξυπνητήρι.
‘Γειά’ έλεγε. Κατόπιν εμφανίστηκε άλλο ένα.
‘Ξέρω πως είναι αργά το βράδυ, μα μου λείπεις. Λυπάμαι πολύ που σταματήσαμε να μιλάμε. Θέλω να ξαναγίνουμε όπως πριν.’
‘Είσαι η καλύτερη φίλη που είχα ποτέ. Συγγνώμη που εξαφανίστηκα’ έλεγε το τελευταίο μπλε πλαίσιο.
Μπορεί να ήταν πολύ αργά το βράδυ, μπορεί η κυρία στο δελτίο ειδήσεων να μεταφέρει μόνο δυσάρεστα νέα στους θεατές, μπορεί ο κόσμος να καίγεται και μπορεί για λίγη ώρα τίποτα να μην φώτιζε το σκοτεινό δωμάτιο. Όμως , σκέφτηκε, όλα καλυτερεύουν στο τέλος. Πάντα θα υπάρχει φως στο σκοτάδι! Πάντα θα υπάρχει ελπίδα!
Χριστίνα Κατσίπη
Photo Credits: AntoinePound