Λίγα στοιχεία για το συγγραφέα
Ο Αλμπέρ Καμύ ήταν Γάλλος φιλόσοφος, λογοτέχνης και συγγραφέας. Γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου του 1913 και πέθανε στις 4 Γενάρη του 1960, σε ηλικία μόλις 46 ετών. Ήταν ένας από τους πιο δημοφιλείς φιλοσόφους του 20ου αιώνα και ένας από τους ιδρυτές του ρεύματος του "παραλογισμού". Ήταν επίσης ιδρυτής του Theatre Du Travail το 1935, για το οποίο δούλεψε ως σκηνοθέτης, διασκεδαστής και ηθοποιός. Χρωστά τη φήμη του στα μυθιστορήματά του "Ο Ξένος" και "Η πανούκλα", στα θεατρικά του έργα "Ο Καλιγούλας" και "Οι δίκαιοι", καθως και στα φιλοσοφικά του δοκίμια "Ο Μύθος του Σίσυφου" και "Ο επαναστατημένος άνθρωπος". Τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1957.
Περίληψη του έργου
"Σήμερα πέθανε η μαμά. Μπορεί και χθες, δεν ξέρω". Με αυτή την αλλόκοτη φράση ξεκινά η ιστορία του Μερσώ, ενός από τους πιο ασυνήθιστους, αλλά και ενδιαφέροντες λογοτεχνικούς ήρωες. Ο Μερσώ είναι ένας άνθρωπος κλειστός, λιγομίλητος, αντικοινωνικός, απόμακρος, ένας ξένος ανάμεσα στους ανθρώπους. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι κατά τη διάρκεια της κηδείας της μητέρας του δε βιώνει καμιά απολύτως συγκίνηση και την αντιμετωπίζει με απόλυτη αδιαφορία.
Με την ίδια ακριβώς αδιαφορία βιώνει και την ερωτική του σχέση με τη Μαρί- η οποία μάλιστα ξεκινά την επομένη της κηδείας- τη φιλική του σχέση με τον Ρεμόν και γενικότερα όλη του τη ζωή, στην οποία δε φαίνεται να ανακαλύπτει κανένα νόημα. Αυτή η τρομερή απάθεια που τον χαρακτηρίζει, γίνεται πέρα για πέρα ξεκάθαρη περίπου στα μισά του βιβλίου, μ' ένα ακραίο, τραγικό και παράλογο γεγονός. Εξίσου παράλογη και ανεξήγητη είναι και η στάση του απέναντι σε όσα επακολουθούν αυτού του γεγονότος.
Μια σύντομη ανάλυση
Ο Καμύ έγραψε το μυθιστόρημα του με σκοπό να ωθήσει τους αναγνώστες του να σκεφτούν το πόσο ευάλωτη είναι η ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά και ποιο είναι το πραγματικό νόημα της ζωής. Ο ίδιος αιτιολογεί τον τίτλο που έδωσε στο μυθιστόρημα ως εξής: "Αν δε χωράς στα καλούπια της κοινωνίας, σε βλέπουν σαν ξένο".
Ο Καμύ παρουσιάζει τον πρωταγωνιστή του να ενδιαφέρεται ελάχιστα για τις κοινωνικές και συναισθηματικές πτυχές του κόσμου. Παραμένει παθητικός θεατής, δεν κρίνει τα γεγονότα που παρατηρεί, σε αντίθεση με άλλους χαρακτήρες του έργου (τους Άραβες, την αίθουσα του δικαστηρίου, τους γείτονες του Ρεμόν) οι οποίοι προσπαθούν να ερμηνεύσουν με λογική τα οποιαδήποτε συμβάντα.
Ο Μερσώ διακρίνεται από έλλειψη κάθε λογικού ειρμού στη σκέψη του. Οι πράξεις του, καλές ή κακές, δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας προηγούμενης σκέψης. Αποτελούν μια απλή επιλογή, χωρίς λογικό βάθος. Θεωρεί ότι δε χρειάζεται να δείχνει κανένα ενδιαφέρον για το σύμπαν, αφού και το σύμπαν μένει αδιάφορο απέναντι στις ανθρώπινες πράξεις. Και η ζωή και ο θάνατος του είναι αδιάφορα, αφού αποτελούν φυσική εξέλιξη.
Έτσι, όταν μετά τη διάπραξη μιας δολοφονίας, βρεθεί αντιμέτωπος με την ποινή της εκτέλεσης, αντιεμτωπίζει το γεγονός απολύτως ψύχραιμα και αρνείται να βρει παρηγοριά στη θρησκεία. Αντίθετα, ανακουφίζεται, όταν σταματά να ελπίζει ότι υπάρχει η πιθανότητα να σωθεί: νιώθει ότι η αποδοχή του επερχόμενου θανάτου τον αποδεσμεύει από το βάρος της ελπίδας να ζήσει.
Προσωπική προσέγγιση
Διαβάζοντας το μυθιστόρημα του Καμύ, μου προκλήθηκαν ανάμεικτα συναισθήματα. Πολλές ήταν οι φορές που αισθάνθηκα θυμό, αφού το βιβλίο φαίνεται να αποτελεί μια παρωδία δικαιοσύνης: γιατί τελικά δικάστηκε ο πρωταγωνιστής, επειδή σκότωσε έναν άνθρωπο ή επειδή αρνήθηκε να θρηνήσει το θάνατο της μητέρας του; Επίσης, αρκετές φορές αισθάνθηκα οργή και λύπη, επειδή ο φίλος του Μερσώ, Ρεμόν, συχνά κακοποιούσε τη σύντροφό του και ο ίδιος ο Μερσώ αντιμετώπιζε με απάθεια τα φριχτά σχέδια του φίλου του. Τέλος, αισθάνθηκα έκπληξη και ενθουσιασμό, όταν προς το τέλος του βιβλίου ο πρωταγωνιστής εκδήλωσε για πρώτη φορά ένα συναίσθημα, αυτό του ενθουσιασμού, παρόλο που ο ίδιος ένιωσε να εισπράττει μίσος: "Ακόμη και σε ένα εδώλιο κατηγορουμένων, είναι πάντοτε ενδιαφέρον να μιλούν για σένα".
Ιωάννα Κάργα
Ο Αλμπέρ Καμύ ήταν Γάλλος φιλόσοφος, λογοτέχνης και συγγραφέας. Γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου του 1913 και πέθανε στις 4 Γενάρη του 1960, σε ηλικία μόλις 46 ετών. Ήταν ένας από τους πιο δημοφιλείς φιλοσόφους του 20ου αιώνα και ένας από τους ιδρυτές του ρεύματος του "παραλογισμού". Ήταν επίσης ιδρυτής του Theatre Du Travail το 1935, για το οποίο δούλεψε ως σκηνοθέτης, διασκεδαστής και ηθοποιός. Χρωστά τη φήμη του στα μυθιστορήματά του "Ο Ξένος" και "Η πανούκλα", στα θεατρικά του έργα "Ο Καλιγούλας" και "Οι δίκαιοι", καθως και στα φιλοσοφικά του δοκίμια "Ο Μύθος του Σίσυφου" και "Ο επαναστατημένος άνθρωπος". Τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1957.
Περίληψη του έργου
"Σήμερα πέθανε η μαμά. Μπορεί και χθες, δεν ξέρω". Με αυτή την αλλόκοτη φράση ξεκινά η ιστορία του Μερσώ, ενός από τους πιο ασυνήθιστους, αλλά και ενδιαφέροντες λογοτεχνικούς ήρωες. Ο Μερσώ είναι ένας άνθρωπος κλειστός, λιγομίλητος, αντικοινωνικός, απόμακρος, ένας ξένος ανάμεσα στους ανθρώπους. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι κατά τη διάρκεια της κηδείας της μητέρας του δε βιώνει καμιά απολύτως συγκίνηση και την αντιμετωπίζει με απόλυτη αδιαφορία.
Με την ίδια ακριβώς αδιαφορία βιώνει και την ερωτική του σχέση με τη Μαρί- η οποία μάλιστα ξεκινά την επομένη της κηδείας- τη φιλική του σχέση με τον Ρεμόν και γενικότερα όλη του τη ζωή, στην οποία δε φαίνεται να ανακαλύπτει κανένα νόημα. Αυτή η τρομερή απάθεια που τον χαρακτηρίζει, γίνεται πέρα για πέρα ξεκάθαρη περίπου στα μισά του βιβλίου, μ' ένα ακραίο, τραγικό και παράλογο γεγονός. Εξίσου παράλογη και ανεξήγητη είναι και η στάση του απέναντι σε όσα επακολουθούν αυτού του γεγονότος.
Μια σύντομη ανάλυση
Ο Καμύ έγραψε το μυθιστόρημα του με σκοπό να ωθήσει τους αναγνώστες του να σκεφτούν το πόσο ευάλωτη είναι η ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά και ποιο είναι το πραγματικό νόημα της ζωής. Ο ίδιος αιτιολογεί τον τίτλο που έδωσε στο μυθιστόρημα ως εξής: "Αν δε χωράς στα καλούπια της κοινωνίας, σε βλέπουν σαν ξένο".
Ο Καμύ παρουσιάζει τον πρωταγωνιστή του να ενδιαφέρεται ελάχιστα για τις κοινωνικές και συναισθηματικές πτυχές του κόσμου. Παραμένει παθητικός θεατής, δεν κρίνει τα γεγονότα που παρατηρεί, σε αντίθεση με άλλους χαρακτήρες του έργου (τους Άραβες, την αίθουσα του δικαστηρίου, τους γείτονες του Ρεμόν) οι οποίοι προσπαθούν να ερμηνεύσουν με λογική τα οποιαδήποτε συμβάντα.
Ο Μερσώ διακρίνεται από έλλειψη κάθε λογικού ειρμού στη σκέψη του. Οι πράξεις του, καλές ή κακές, δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας προηγούμενης σκέψης. Αποτελούν μια απλή επιλογή, χωρίς λογικό βάθος. Θεωρεί ότι δε χρειάζεται να δείχνει κανένα ενδιαφέρον για το σύμπαν, αφού και το σύμπαν μένει αδιάφορο απέναντι στις ανθρώπινες πράξεις. Και η ζωή και ο θάνατος του είναι αδιάφορα, αφού αποτελούν φυσική εξέλιξη.
Έτσι, όταν μετά τη διάπραξη μιας δολοφονίας, βρεθεί αντιμέτωπος με την ποινή της εκτέλεσης, αντιεμτωπίζει το γεγονός απολύτως ψύχραιμα και αρνείται να βρει παρηγοριά στη θρησκεία. Αντίθετα, ανακουφίζεται, όταν σταματά να ελπίζει ότι υπάρχει η πιθανότητα να σωθεί: νιώθει ότι η αποδοχή του επερχόμενου θανάτου τον αποδεσμεύει από το βάρος της ελπίδας να ζήσει.
Προσωπική προσέγγιση
Διαβάζοντας το μυθιστόρημα του Καμύ, μου προκλήθηκαν ανάμεικτα συναισθήματα. Πολλές ήταν οι φορές που αισθάνθηκα θυμό, αφού το βιβλίο φαίνεται να αποτελεί μια παρωδία δικαιοσύνης: γιατί τελικά δικάστηκε ο πρωταγωνιστής, επειδή σκότωσε έναν άνθρωπο ή επειδή αρνήθηκε να θρηνήσει το θάνατο της μητέρας του; Επίσης, αρκετές φορές αισθάνθηκα οργή και λύπη, επειδή ο φίλος του Μερσώ, Ρεμόν, συχνά κακοποιούσε τη σύντροφό του και ο ίδιος ο Μερσώ αντιμετώπιζε με απάθεια τα φριχτά σχέδια του φίλου του. Τέλος, αισθάνθηκα έκπληξη και ενθουσιασμό, όταν προς το τέλος του βιβλίου ο πρωταγωνιστής εκδήλωσε για πρώτη φορά ένα συναίσθημα, αυτό του ενθουσιασμού, παρόλο που ο ίδιος ένιωσε να εισπράττει μίσος: "Ακόμη και σε ένα εδώλιο κατηγορουμένων, είναι πάντοτε ενδιαφέρον να μιλούν για σένα".
Ιωάννα Κάργα