Μια μικρή εισαγωγή - του Δημήτρη Καρακάσογλου
Πολλοί από τους μαθητές και τους συναδέλφους μου γνωρίζουν ότι πριν μερικά χρόνια είχα την τύχη να εργαστώ στο Γενικό Λύκειο της Νάξου. Ανάμεσα στα πολλά και εξαιρετικά παιδιά με τα οποία είχα τη χαρά να συνεργαστώ, μια μαθήτρια της (τότε) Α' Λυκείου ξεχώριζε για το ταλέντο της στο γραπτό λόγο και στην ποίηση. Οι ποιητικές της συνθέσεις αποτελούσαν αντανάκλαση των προβληματισμών και της ιδιαίτερης ευαισθησίας που τη χαρακτήριζαν ως προσωπικότητα. Θεωρούσα και συνεχίζω να θεωρώ ότι τα ποιήματά της ξεπερνούν το μέσο όρο των τυπικών εφηβικών ποιητικών συνθέσεων - και ίσως όχι μόνο εφηβικών. Σήμερα, φιλοξενούμε στο Blog μας δύο ποιήματά που είχε την καλοσύνη να μας προσφέρει! Τα δημοσιοποιούμε με χαρά και την ευχαριστούμε! (Ναι, το λεξιλόγιο είναι δύσκολο για παιδιά γυμνασίου - αλλά ας αντλήσουμε και λίγες περισσότερες λέξεις από την ανεξάντλητη "δεξαμενή" της γλώσσας μας).
Πολλοί από τους μαθητές και τους συναδέλφους μου γνωρίζουν ότι πριν μερικά χρόνια είχα την τύχη να εργαστώ στο Γενικό Λύκειο της Νάξου. Ανάμεσα στα πολλά και εξαιρετικά παιδιά με τα οποία είχα τη χαρά να συνεργαστώ, μια μαθήτρια της (τότε) Α' Λυκείου ξεχώριζε για το ταλέντο της στο γραπτό λόγο και στην ποίηση. Οι ποιητικές της συνθέσεις αποτελούσαν αντανάκλαση των προβληματισμών και της ιδιαίτερης ευαισθησίας που τη χαρακτήριζαν ως προσωπικότητα. Θεωρούσα και συνεχίζω να θεωρώ ότι τα ποιήματά της ξεπερνούν το μέσο όρο των τυπικών εφηβικών ποιητικών συνθέσεων - και ίσως όχι μόνο εφηβικών. Σήμερα, φιλοξενούμε στο Blog μας δύο ποιήματά που είχε την καλοσύνη να μας προσφέρει! Τα δημοσιοποιούμε με χαρά και την ευχαριστούμε! (Ναι, το λεξιλόγιο είναι δύσκολο για παιδιά γυμνασίου - αλλά ας αντλήσουμε και λίγες περισσότερες λέξεις από την ανεξάντλητη "δεξαμενή" της γλώσσας μας).
Ποίημα 1ο
Θνησιγόνες εποχές
Ξυπνήστε με όταν τελειώσει ο παραλογισμός.
Θνητοί και βασιλιάδες, με κορώνες μολυσμένοι.
Με του μαξιλαριού το ύφασμα πάνω στη μοναξιά και τις πληγές τους.
Σφυρηλατώ την ευτυχία από ένα κομμάτι χαρτί, με ένα χτύπημα,
ίσα ίσα να ανοίξει το μυαλό μου.
Ξέρεις, ήταν παιδιά που έφτιαξαν τις εποχές,
κομμένες και ραμμένες στα μέτρα τα δικά μας.
Με είπαν τρελό· εμένα που, μες στην παράνοια του σήμερα, έφτιαξα γαϊτανάκι από γάζες βουτηγμένες στο αίμα και γελούσα.
Ακούω φωνές, -ή μήπως νότες από σκουριασμένο ρέκβιεμ;-
οι δαίμονες του παραδείσου της ελευθερίας με καλούν,
κλεισμένος στο κλουβί που εσείς φτιάξατε ακόμη ονειρεύομαι,
και συνειδητοποιώ το τίποτα, το ελάχιστο της ύπαρξής μου.
Σιμώνει απειλητικά η δυσωδία αποσύνθεσης,
το αποστεωμένο κουφάρι
του ποιος ήμουν, ποιος είμαι
και ποιος γίνομαι.
Ποίημα 2ο
Αποτέφρωση συναισθημάτων,
παραπανίσια δόση συναισθημάτων στη γυάλινη σύριγγα.
Ο άνθρωπος εκείνος, πέθαινε ήδη μέσα του,
πολύ πριν τελειώσει η νύχτα.
Ακροβατούσε στο σχοινί του θανάτου, του τέλους.
Ισορροπούσε, ξέρεις, ανάμεσα στην ολότητα και το τίποτα·
σαν βρέφος στο χείλος του τάφου, σαν γέρος στην κούνια.
Συνάντησε μάλλον τις σειρήνες, και την Ιθάκη του έπαψε να αναζητά,
μα ήταν ήδη στην Ιθάκη.
Άγγιξε, ξέρεις, τον πάγο για να ζεσταθεί.
Ανάβει τσιγάρο, η νικοτίνη στα χείλη του,
θυμίζει εκείνο το φιλί στο μέτωπο,
ξεψυχισμένο όμως.
Ο άνθρωπος πέθανε, εκείνη τη νύχτα,
για κείνο το όνειρο που είχε ακόμη.
Σκοτάδι παντού.
Και σου τ’ ορκίζομαι, στον τάφο του πάνω χαραγμένο
‘’Ενθάδε κείται το όνειρο’’
Ξέρεις.
Άλλωστε, εσύ ήσουν ο άνθρωπος
Σοφία Γρατσία, μαθήτρια της Γ' Λυκείου στο Γενικό Λύκειο Νάξου
Photo Credits: Maximillian Ott
Θνησιγόνες εποχές
Ξυπνήστε με όταν τελειώσει ο παραλογισμός.
Θνητοί και βασιλιάδες, με κορώνες μολυσμένοι.
Με του μαξιλαριού το ύφασμα πάνω στη μοναξιά και τις πληγές τους.
Σφυρηλατώ την ευτυχία από ένα κομμάτι χαρτί, με ένα χτύπημα,
ίσα ίσα να ανοίξει το μυαλό μου.
Ξέρεις, ήταν παιδιά που έφτιαξαν τις εποχές,
κομμένες και ραμμένες στα μέτρα τα δικά μας.
Με είπαν τρελό· εμένα που, μες στην παράνοια του σήμερα, έφτιαξα γαϊτανάκι από γάζες βουτηγμένες στο αίμα και γελούσα.
Ακούω φωνές, -ή μήπως νότες από σκουριασμένο ρέκβιεμ;-
οι δαίμονες του παραδείσου της ελευθερίας με καλούν,
κλεισμένος στο κλουβί που εσείς φτιάξατε ακόμη ονειρεύομαι,
και συνειδητοποιώ το τίποτα, το ελάχιστο της ύπαρξής μου.
Σιμώνει απειλητικά η δυσωδία αποσύνθεσης,
το αποστεωμένο κουφάρι
του ποιος ήμουν, ποιος είμαι
και ποιος γίνομαι.
Ποίημα 2ο
Αποτέφρωση συναισθημάτων,
παραπανίσια δόση συναισθημάτων στη γυάλινη σύριγγα.
Ο άνθρωπος εκείνος, πέθαινε ήδη μέσα του,
πολύ πριν τελειώσει η νύχτα.
Ακροβατούσε στο σχοινί του θανάτου, του τέλους.
Ισορροπούσε, ξέρεις, ανάμεσα στην ολότητα και το τίποτα·
σαν βρέφος στο χείλος του τάφου, σαν γέρος στην κούνια.
Συνάντησε μάλλον τις σειρήνες, και την Ιθάκη του έπαψε να αναζητά,
μα ήταν ήδη στην Ιθάκη.
Άγγιξε, ξέρεις, τον πάγο για να ζεσταθεί.
Ανάβει τσιγάρο, η νικοτίνη στα χείλη του,
θυμίζει εκείνο το φιλί στο μέτωπο,
ξεψυχισμένο όμως.
Ο άνθρωπος πέθανε, εκείνη τη νύχτα,
για κείνο το όνειρο που είχε ακόμη.
Σκοτάδι παντού.
Και σου τ’ ορκίζομαι, στον τάφο του πάνω χαραγμένο
‘’Ενθάδε κείται το όνειρο’’
Ξέρεις.
Άλλωστε, εσύ ήσουν ο άνθρωπος
Σοφία Γρατσία, μαθήτρια της Γ' Λυκείου στο Γενικό Λύκειο Νάξου
Photo Credits: Maximillian Ott